Η Καινή Διαθήκη (Φιλος) - Автор неизвестен - Страница 7
- Предыдущая
- 7/125
- Следующая
33 Ή κάντε το δέντρο καλό, και τον καρπό του καλόν· ή κάντε το δέντρο σαπρό, και τον καρπό του σαπρόν· επειδή, από τον καρπό γνωρίζεται το δέντρο. 34 Γεννήματα οχιάς, πώς μπορείτε να μιλάτε καλά, ενώ είστε πονηροί; Επειδή, από το περίσσευμα της καρδιάς μιλάει το στόμα. 35 Ο καλός άνθρωπος βγάζει τα καλά από τον καλό θησαυρό τής καρδιάς· και ο πονηρός άνθρωπος βγάζει τα πονηρά από τον πονηρό θησαυρό. 36 Σας λέω δε ότι, για κάθε αργόν λόγο, που θα μιλούσαν οι άνθρωποι, θα λογοδοτήσουν γι' αυτόν κατά την ημέρα τής κρίσης. 37 Επειδή, από τα λόγια σου θα δικαιωθείς, και από τα λόγια σου θα κατακριθείς.
38 Τότε, μερικοί από τους γραμματείς και τους Φαρισαίους απάντησαν, λέγοντας: Δάσκαλε, θέλουμε να δούμε από σένα ένα σημείο. 39 Και εκείνος, απαντώντας, τους είπε: Πονηρή και μοιχαλίδα γενεά ζητάει σημείο· αλλά, σημείο δεν θα της δοθεί, παρά μονάχα το σημείο τού προφήτη Ιωνά. 40 Επειδή, όπως ο Ιωνάς ήταν στην κοιλιά τού κήτους τρεις ημέρες και τρεις νύχτες, έτσι θα είναι και ο Υιός τού ανθρώπου στην καρδιά τής γης τρεις ημέρες και τρεις νύχτες. 41 Άνδρες Νινευίτες θα αναστηθούν στην κρίση μαζί μ' αυτή τη γενεά, και θα την κατακρίνουν· επειδή, μετανόησαν στο κήρυγμα του Ιωνά· και δέστε, εδώ είναι κάτι περισσότερο από τον Ιωνά. 42 Η βασίλισσα του Νότου θα σηκωθεί κατά την κρίση μαζί μ' αυτή τη γενεά, και θα την κατακρίνει· επειδή, ήρθε από τα πέρατα της γης για να ακούσει τη σοφία τού Σολομώντα· και δέστε, εδώ είναι κάτι περισσότερο από τον Σολομώντα.
43 Και όταν το ακάθαρτο πνεύμα βγει από τον άνθρωπο, περνάει μέσα από άνυδρους τόπους, και ζητάει ανάπαυση, και δεν βρίσκει. 44 Τότε λέει: Ας γυρίσω στο σπίτι μου, απ' όπου βγήκα. Και αφού έρθει, το βρίσκει αδειανό, σκουπισμένο και στολισμένο. 45 Τότε, πηγαίνει και παίρνει μαζί του άλλα επτά πνεύματα πονηρότερα απ' αυτό, και αφού μπουν μέσα, κατοικούν εκεί· και γίνονται τα τελευταία χειρότερα από τα πρώτα. Έτσι θα είναι και σ' αυτή την πονηρή γενεά.
46 Κι ενώ αυτός μιλούσε ακόμα προς τα πλήθη, ξάφνου, η μητέρα και οι αδελφοί του στέκονταν έξω, ζητώντας να του μιλήσουν. 47 Και κάποιος τού είπε: Δες, η μητέρα σου και οι αδελφοί σου στέκονται έξω, ζητώντας να σου μιλήσουν. 48 Κι εκείνος, αποκρινόμενος σ' αυτόν που του το είπε, απάντησε: Ποια είναι η μητέρα μου και ποιοι είναι οι αδελφοί μου; 49 Κι απλώνοντας το χέρι του προς τους μαθητές του, είπε: Δέστε! η μητέρα μου και οι αδελφοί μου· 50 επειδή, όποιος κάνει το θέλημα του Πατέρα μου, που είναι στους ουρανούς, αυτός είναι σε μένα αδελφός και αδελφή και μητέρα.
Κεφάλαιον 13
1 ΚΑΙ κατά την ημέρα εκείνη, καθώς ο Ιησούς βγήκε έξω από το σπίτι, κάθησε κοντά στη θάλασσα. 2 Και συγκεντρώθηκαν κοντά του πολλά πλήθη, ώστε, αφού μπήκε μέσα στο πλοίο, καθόταν· και ολόκληρο το πλήθος στεκόταν στην ακρογιαλιά. 3 Και τους μίλησε πολλά με παραβολές, λέγοντας: Δέστε, βγήκε αυτός που σπέρνει για να σπείρει. 4 Και ενώ έσπερνε, άλλα μεν έπεσαν κοντά στον δρόμο· και ήρθαν τα πουλιά τού ουρανού, και τα κατέφαγαν. 5 Άλλα, όμως, έπεσαν επάνω στα πετρώδη μέρη, όπου δεν είχαν χώμα· κι αμέσως φύτρωσαν, επειδή δεν είχαν βάθος γης· 6 και όταν ανέτειλε ο ήλιος, κάηκαν, και, επειδή δεν είχαν ρίζα, ξεράθηκαν. 7 Και άλλα έπεσαν επάνω στα αγκάθια, και τα αγκάθια μεγάλωσαν, και τα κατέπνιξαν. 8 Άλλα, όμως, έπεσαν επάνω σε καλή γη· και έδιναν καρπό, το ένα 100, το άλλο 60, και το άλλο 30. 9 Αυτός που έχει αυτιά για να ακούει, ας ακούει.
10 Και καθώς οι μαθητές του ήρθαν κοντά του, του είπαν: Γιατί τους μιλάς με παραβολές; 11 Και εκείνος, απαντώντας, είπε σ' αυτούς: Επειδή, σε σας δόθηκε να γνωρίσετε τα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών, σ' εκείνους όμως δεν δόθηκε. 12 Επειδή, όποιος έχει, θα του δοθεί κι άλλο, και θα έχει περίσσιο· όποιος, όμως, δεν έχει, και ό,τι έχει, θα αφαιρεθεί απ' αυτόν. 13 Γι' αυτό τους μιλάω με παραβολές, επειδή βλέποντας δεν βλέπουν, και ακούοντας δεν ακούν ούτε καταλαβαίνουν. 14 Και εκπληρώνεται επάνω τους η προφητεία τού Ησαϊα, που λέει: «Θα ακούσουν με την ακοή, αλλά δεν θα εννοήσουν· και βλέποντας θα δουν, και δεν θα καταλάβουν· 15 επειδή, η καρδιά αυτού τού λαού πάχυνε, και με τα αυτιά βαριάκουσαν, και έκλεισαν τα μάτια τους, μήπως και δουν με τα μάτια, και ακούσουν με τα αυτιά, και καταλάβουν με την καρδιά, και επιστρέψουν, και τους γιατρέψω». 16 Τα δικά σας μάτια, όμως, είναι μακάρια, για τον λόγο ότι βλέπουν· και τα αυτιά σας, για τον λόγο ότι ακούν. 17 Επειδή, σας διαβεβαιώνω ότι, πολλοί προφήτες και δίκαιοι επιθύμησαν να δουν όσα εσείς βλέπετε, και δεν είδαν· και να ακούσουν εσείς όσα ακούτε, και δεν άκουσαν.
18 Εσείς, λοιπόν, ακούστε την παραβολή εκείνου που σπέρνει: 19 Σε καθέναν που ακούει τον λόγο τής βασιλείας, και δεν καταλαβαίνει, έρχεται ο πονηρός, και αρπάζει το σπαρμένο στην καρδιά του· αυτός είναι που σπάρθηκε κοντά στον δρόμο. 20 Και εκείνος ο σπόρος που σπάρθηκε επάνω σε πετρώδες μέρος, αυτός είναι που ακούει τον λόγο, και αμέσως με χαρά τον δέχεται· 21 δεν έχει, όμως, μέσα του ρίζα, αλλά είναι πρόσκαιρος· και όταν γίνει θλίψη ή διωγμός εξαιτίας τού λόγου, αμέσως σκανδαλίζεται. 22 Και εκείνος που σπάρθηκε στα αγκάθια, αυτός είναι που ακούει τον λόγο· έπειτα, η μέριμνα αυτού τού αιώνα και η απάτη τού πλούτου συμπνίγει τον λόγο, και γίνεται άκαρπος. 23 Και εκείνος που σπάρθηκε επάνω στην καλή γη, αυτός είναι που ακούει τον λόγο, και καταλαβαίνει· ο οποίος και καρποφορεί, και κάνει ο ένας μεν 100, ο άλλος 60, και ο άλλος 30.
24 Τους παρέθεσε μια άλλη παραβολή, λέγοντας: Η βασιλεία των ουρανών ομοιώθηκε με έναν άνθρωπο, που έσπειρε στο χωράφι του καλόν σπόρο· 25 αλλά, ενώ οι άνθρωποι κοιμόνταν, ήρθε ο εχθρός του, και έσπειρε ζιζάνια ανάμεσα στο σιτάρι, και αναχώρησε. 26 Και όταν βλάστησε το χορτάρι, και έκανε καρπό, φάνηκαν τότε και τα ζιζάνια. 27 Και καθώς ήρθαν κοντά του οι δούλοι τού οικοδεσπότη είπαν σ' αυτόν: Κύριε, καλόν σπόρο δεν έσπειρες στο χωράφι σου; Από πού, λοιπόν, έχει τα ζιζάνια; 28 Και εκείνος είπε σ' αυτούς: Ένας εχθρός άνθρωπος το έκανε. Και οι δούλοι τού είπαν: Θέλεις να πάμε και να τα μαζέψουμε; 29 Και εκείνος είπε: Όχι, μήπως και, μαζεύοντας τα ζιζάνια, ξεριζώσετε μαζί τους και το σιτάρι· 30 αφήστε να αυξάνονται και τα δύο μαζί μέχρι τον θερισμό· και κατά τον καιρό τού θερισμού θα πω στους θεριστές: Μαζέψτε πρώτα τα ζιζάνια, και να τα δέσετε σε δέσμες, για να τα κατακάψετε· το σιτάρι, όμως, συγκεντρώστε το στην αποθήκη μου.
31 Τους παρέθεσε μια άλλη παραβολή, λέγοντας: Η βασιλεία των ουρανών είναι όμοια με έναν κόκκο σιναπιού, τον οποίο, καθώς τον πήρε ένας άνθρωπος, τον έσπειρε στο χωράφι του· 32 το οποίο είναι μεν μικρότερο από όλα τα σπέρματα· όταν, όμως, αυξηθεί, είναι μεγαλύτερο από τα λαχανικά, και γίνεται δέντρο, ώστε τα πουλιά τού ουρανού έρχονται και κάνουν φωλιές στα κλαδιά του. 33 Τους είπε μία άλλη παραβολή: Η βασιλεία των ουρανών είναι όμοια με προζύμι, το οποίο μια γυναίκα, αφού το πήρε, το έκρυψε σε τρία μέτρα αλεύρι, μέχρις ότου έγινε ολόκληρο ένζυμο.
34 Ο Ιησούς μίλησε όλα αυτά με παραβολές προς τα πλήθη, και χωρίς παραβολή δεν τους μιλούσε· 35 για να εκπληρωθεί αυτό που ειπώθηκε από τον προφήτη, λέγοντας: «Με παραβολές θα ανοίξω το στόμα μου· και θα εξαγγείλω πράγματα που είναι κρυμμένα από καταβολής κόσμου».
36 Τότε, ο Ιησούς, αφού άφησε τα πλήθη, ήρθε στο σπίτι, και ήρθαν κοντά του οι μαθητές του, λέγοντας: Εξήγησέ μας την παραβολή των ζιζανίων τού χωραφιού. 37 Και εκείνος αποκρινόμενος τους είπε: Αυτός που σπέρνει τον καλό σπόρο, είναι ο Υιός τού ανθρώπου· 38 και το χωράφι είναι ο κόσμος· και ο καλός σπόρος είναι οι γιοι τής βασιλείας· και τα ζιζάνια είναι οι γιοι τού πονηρού· 39 και ο εχθρός, που τα έσπειρε, είναι ο διάβολος· και ο θερισμός είναι η συντέλεια του αιώνα· και οι θεριστές είναι οι άγγελοι. 40 Όπως, λοιπόν, μαζεύονται τα ζιζάνια και κατακαίγονται στη φωτιά, έτσι θα είναι στη συντέλεια αυτού του αιώνα· 41 ο Υιός τού ανθρώπου θα στείλει τούς αγγέλους του, και θα μαζέψουν από τη βασιλεία του όλα τα σκάνδαλα, και εκείνους που πράττουν την ανομία· 42 και θα τους ρίξουν στο καμίνι τής φωτιάς· εκεί θα είναι το κλάμα και το τρίξιμο των δοντιών. 43 Τότε, οι δίκαιοι θα λάμψουν σαν τον ήλιο, μέσα στη βασιλεία τού Πατέρα τους. Αυτός που έχει αυτιά για να ακούει, ας ακούει.
- Предыдущая
- 7/125
- Следующая